Είμαστε και πάλι στο δρόμο, αυτή τη φορά με προορισμό το βορειότερο άκρο της Ευρώπης. Θεσσαλονίκη – Ταλίν σε 46 ημέρες, ή αλλιώς, 4.644 χιλιόμετρα μέσα από οκτώ χώρες της ανατολικής Ευρώπης.
«Ας παραμείνουμε υγιείς και ζωντανοί και ο πλανήτης μας θα συνεχίζει να γυρίζει», έγραφα εν μέσω lockdown στο προηγούμενο ταξιδιωτικό άρθρο του τεύχους Μαΐου. «Μπορεί στην πρώτη μάχη με την Covid-19 το The World Offroad να χάνει 1-0 αλλά το παιχνίδι συνεχίζεται. Με το που ανοίξουν τα πρώτα σύνορα, θα ταξιδέψουμε και πάλι».
Πράγματι, στα τέλη Ιουλίου κι ενώ οι περισσότεροι Έλληνες ετοιμάζονταν να γεμίσουν τις ερημωμένες ακτές της χώρας, εμείς κινούσαμε προς τη Βαλτική θάλασσα με απώτερο προορισμό το βόρειο ακρωτήρι. Το Nordkapp της Νορβηγίας.
Τα εσωτερικά σύνορα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν ανοίξει από τις αρχές του μήνα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διασωθεί ο τουρισμός, όμως η Ελλάδα είχε μόλις επιβάλει περιορισμούς – υποχρέωση τεστ PCR δηλαδή – σε όσους έρχονταν από τον Προμαχώνα, μετά τα πρώτα εισαγόμενα κρούσματα από Ρουμανία και Βουλγαρία.
Η μόνη ανησυχία που είχαμε ήταν το αν θα μπορούσαμε να περάσουμε από την Ουγγαρία, καθώς ο όχι και τόσο δημοκρατικός πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν είχε διατηρήσει σκληρά μέτρα για ταξιδιώτες. Ειδικά για όσους έρχονταν από τη Ρουμανία, η οποία θεωρείτο «κίτρινη» επιδημιολογικά χώρα.
Διασχίσαμε λοιπόν σε δύο μέρες τη Βουλγαρία, μπήκαμε στη Ρουμανία, κάναμε μία παράκαμψη για να σκαρφαλώσουμε στην περίφημη Transalpina, τη θρυλική αυτή – μαζί με την Transfagarasan – διαδρομή στα Καρπάθια, και από την Οράντεα πήραμε μία βαθιά ανάσα και προσεγγίσαμε τα ουγγρικά σύνορα.
Σύμφωνα με πληροφορίες από το reopen.europe.eu, εκεί θα έπρεπε να περάσουμε από ιατρική εξέταση. Στη χειρότερη περίπτωση – με συμπτώματα covid-19 ή απλού κρυολογήματος – θα μας απαγόρευαν την είσοδο. Στην καλύτερη, θα μας υποχρέωναν να μπούμε σε καραντίνα 14 ημερών.
Είμασταν έτοιμοι για όλα ελπίζοντας να διασχίσουμε τράνζιτ τη χώρα σε 24 ώρες και να μπούμε στη Σλοβακία. Φτάνουμε λοιπόν στα σύνορα και πουθενά δεν υπάρχει ιατρικό προσωπικό. Μας ελέγχουν τα διαβατήρια – καθώς η Ρουμανία δεν ανήκει στην περιοχή Σένγκεν – ρίχνουν μία ματιά μέσα στο Iveco και μας λένε «περάστε». Αυτό ήταν τελικά;
Στη Βουδαπέστη μείναμε δύο μέρες σε ένα φυλαγμένο πάρκινγκ πολύ κοντά στα περίφημα λουτρά Szechenyi, τα οποία είχαν μόλις ανοίξει μετά από λουκέτο τεσσάρων μηνών.
Είχαμε βρεθεί στην ουγγρική πρωτεύουσα για το GP της Formula 1 προ εικοσαετίας, οπότε γνωρίζαμε πόσο όμορφη είναι. Ένα ανοιχτό μουσείο με εξαίρετα δείγματα μπαρόκ, αρτ νουβό και Σταλινικής αρχιτεκτονικής εκατέρωθεν του Δούναβη. Διόλου τυχαία το ιστορικό κέντρο είναι χαρακτηρισμένο ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco.
Σε δύο μέρες κάναμε πάνω από 30 χιλιόμετρα με ποδήλατο και ήταν ευχάριστη εμπειρία για δύο λόγους: πρώτον, έλειπαν οι τουρίστες. Δεύτερον, το δίκτυο ποδηλατοδρόμων εκτείνεται και στις δύο όχθες του Δούναβη και οι οδηγοί σέβονται απόλυτα τους ποδηλάτες. Ο μόνος κίνδυνος για το παιδί ήταν αυτοί με τα ενοικιαζόμενα πατίνια που πηγαίνουν τέρμα γκάζι στα πεζοδρόμια.
Σκληρό μάθημα ιστορίας
Η Σλοβακία είναι μικρή χώρα με ανάγλυφο τοπίο, πολύ πιο ενδιαφέρον από τις πεδιάδες της Ουγγαρίας. Τη διασχίσαμε γρήγορα μάλλον, χωρίς να παρακάμψουμε προς την πρωτεύουσα Μπρατισλάβα. Μείναμε ένα βράδυ στο χιονοδρομικό κέντρο Turecká και την επόμενη κιόλας μπήκαμε στην Πολωνία.
Κατευθυνθήκαμε προς την Κρακοβία, στα νότια της οποίας βρίσκεται το διαβόητο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς – Μπιρκενάου. Εκεί, η μικρή μας πήρε το πρώτο της μάθημα νεότερης ιστορίας αλλά το αντιμετώπισε ψύχραιμα. Το υγειονομικό πρωτόκολλο ήταν αυστηρό: ειδικό μηχάνημα ράντιζε αντισηπτικό στην είσοδο, ο αριθμός των επισκεπτών ήταν περιορισμένος και η μάσκα υποχρεωτική στους κλειστούς χώρους.
Η ξενάγηση στα σκοτεινά κτίρια του Άουσβιτς I και στις αχανείς εγκαταστάσεις του Μπιρκενάου ήταν ψυχοφθόρα. Δεν υπάρχει μέρος σε όλο τον κόσμο που να αναδύει τόση αρνητική ενέργεια, τόσο ανθρώπινο πόνο κι αυτό επειδή πουθενά αλλού δεν έχουν διαπραχθεί τέτοια απάνθρωπα εγκλήματα.
Επί τρεις ώρες – τόσο διαρκεί η ξενάγηση – περιφέρεσαι εκεί όπου Εβραίοι, τσιγγάνοι και ομοφυλόφιλοι εργάστηκαν σαν δούλοι (οι πιο γεροδεμένοι), βασανίστηκαν ή θανατώθηκαν (οι πιο αδύναμοι και τα γυναικόπαιδα) με το που πέρασαν την πύλη με την εφιαλτική επιγραφή “Arbeit Macht Frei” (η δουλειά ελευθερώνει). Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι εξολοθρεύονταν καθημερινά επί πέντε ολόκληρα χρόνια στους θαλάμους αερίων, στα κρεματόρια και στα εκτελεστικά αποσπάσματα του στρατοπέδου.
Όσο κι αν είναι αδύνατο να συλλάβεις το μέγεθος ενός τέτοιου εγκλήματος, βγαίνεις με σκυμμένο κεφάλι από την προσομοίωση της πιο μαύρης σελίδας της ευρωπαϊκής ιστορίας. Δύσκολο να κοιμηθείς μετά από μία τέτοια εμπειρία.
Στην Πολωνία επισκεφτήκαμε την Κρακοβία αλλά επικεντρωθήκαμε περισσότερο στη Βαρσοβία. Η ύπαιθρος μας φάνηκε κάπως μονότονη και όσες επαρχιακές πόλεις επισκεφτήκαμε ήταν ευχάριστες, όχι όμως πραγματικά ενδιαφέρουσες.
Αυτό που αντιλαμβάνεσαι ως ταξιδιώτης είναι η ανάπτυξη της χώρας, κρίνοντας από την ανοικοδόμηση σε όλη την επικράτεια. Το παλιό, ή έχει γκρεμιστεί ή έχει ανακαινιστεί.
Η Πολωνία είναι μία χώρα μεταναστών που εργάστηκαν σκληρά στο εξωτερικό για να επιστρέψουν στις γενέτειρές τους και να φτιάξουν μία μονοκατοικία με όμορφο κήπο. Η Βαρσοβία πάλι, πέρα από το ότι έχει γίνει κούκλα με όλα της τα κτίρια ανακαινισμένα στην εντέλεια, διαθέτει εξαιρετικό δίκτυο δημόσιας συγκοινωνίας και στόλους από BMW i3 τα οποία νοικιάζεις με εφαρμογή στο κινητό.
Είναι φιλική σε ποδήλατα και πατίνια, ενώ δεν κρύβει τον κοσμοπολιτισμό της, προσφέροντας γεύσεις από όλον τον κόσμο. Δοκιμάσαμε Pierogi, τα χορταστικά τοπικά ραβιόλι αλλά και Paczki, τα γεμιστά ντόνατς.
Οι Πολωνοί μας φάνηκαν πιο χαλαροί απέναντι την πανδημία από τους Ούγγρους. Διόλου τυχαία η χώρα άρχισε να παρουσιάζει δεύτερη έξαρση κρουσμάτων, γι’ αυτό και η γειτονική Λιθουανία επέβαλε περιορισμούς στις εισόδους.
Έτσι, ενώ ένα βράδυ κοντά στα σύνορα είχαμε βρει ένα θαυμάσιο κάμπινγκ μπροστά σε μια λίμνη, φίλος από τη Λιθουανία μας ενημέρωσε ότι την επόμενη θα επέβαλαν καραντίνα σε όσους έρχονταν από Πολωνία. Οπότε, συμμαζέψαμε το Iveco και περάσαμε νύχτα τα σύνορα με την αγωνία μη μας σταματήσει η αστυνομία και μας υποχρεώσει να μπούμε στην καραντίνα.
Οι τρεις αδερφές της Βαλτικής
Δεν μας ενόχλησε κανένας τελικά στη Λιθουανία, όμως για να είμαστε τυπικοί μείναμε στη χώρα 14 μέρες πριν μπούμε στη Λετονία, έτσι για να καλύψουμε τυπικά το χρόνο της καραντίνας.
Μαζί με την Εσθονία, οι τρεις Βαλτικές χώρες μοιάζουν μεταξύ τους: από τα σύνορα της Πολωνίας μέχρι το Ταλίν, οδηγείς σε ένα ατέλειωτο δάσος, έντονα υλοτομημένο. Βουνά δεν υπάρχουν και τη μονοτονία του τοπίου σπάνε μόνο τα χωριά, οι καλλιέργειες δημητριακών και οι λίμνες. Αμέτρητες, μικρές και μεγάλες λίμνες, αρκετές από τις οποίες είναι κατάλληλες για κολύμβηση.
Οι τρεις αυτές χώρες συγγενεύουν πολιτισμικά. Όχι μόνο επειδή μέχρι το 1918-1920 ανήκαν στη Ρωσική αυτοκρατορία και από το 1946 μέχρι το 1990 στη Σοβιετική Ένωση, αλλά επειδή η ιστορία της καθεμιάς είναι συνυφασμένη με της άλλης ακόμη κι αν πάμε αιώνες πίσω.
Οι Λιθουανοί είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους καθολικοί χριστιανοί ενώ οι Λετονοί είναι περισσότερο προτεστάντες. Οι Εσθονοί είναι κυρίως αγνωστικιστές και εν μέρει ορθόδοξοι και προτεστάντες. Οι γλώσσες των δύο πρώτων χωρών μοιάζουν μεταξύ τους ενώ η Εσθονική συγγενεύει περισσότερο με τη Φινλανδική.
Το dna των τριών λαών δεν πρέπει να διαφοροποιείται ιδιαίτερα, αν κρίνουμε από τις φυσιογνωμίες, το χρώμα του δέρματος και των μαλλιών.
Στη Λετονία και την Εσθονία ζουν και πολλοί Ρώσοι – ένας στους τέσσερις κατοίκους περίπου – και αρκετοί από αυτούς έχουν αδήλωτη ή ρωσική υπηκοότητα. «Έχουν κλειστεί στο δικό τους γκέτο προτιμώντας να ζουν ως νοσταλγοί της ΕΣΣΔ», μας είπε ο εικονολήπτης του καναλιού ETV, όταν μας πήραν συνέντευξη στο Ταλίν.
Για τους παλαιότερους, η σοβιετική περίοδος αποτελεί κακή ανάμνηση. Για τους νεότερους, είναι σα να μην υπήρξε ποτέ, περισσότερο μοιάζει με αφήγημα γονιών και παππούδων.
Ως ταξιδιώτης, είναι δύσκολο να ανατρέξεις στο σοσιαλιστικό παρελθόν των τριών χωρών, καθώς μόνο οι εργατικές κατοικίες στα περίχωρα των πόλεων έχουν απομείνει. Πλήρως ανακαινισμένες όμως. Κάθε μέρα αναρωτιόμουν πώς μπορεί να ήταν οι χώρες αυτές πριν το 1990. «Είχαμε να φάμε αλλά δεν είχαμε ελευθερία», μου είπε ο κ. Γιόχαν που μας φιλοξένησε στο Νταουγκάι.
Σκεφτείτε ότι οι σημερινοί συνταξιούχοι υποχρεώνονταν να μιλούν τότε ρωσικά ενώ τα παιδιά τους δεν θέλουν να ακούσουν για τη γλώσσα. Το ρωσικό στοιχείο παρεμβάλλεται έντονα και στη γεωγραφία της Λιθουανίας.
Έχετε ακουστά το Καλίνινγκραντ; Είναι ένας θύλακας τη Ρωσίας με πρόσβαση στη Βαλτική – εκεί μάλιστα προσάραζε στα χρόνια του ψυχρού πολέμου ο μισός στόλος της ΕΣΣΔ. Όταν φτάσαμε στο χωριό Ρουσνί, στο δέλτα του ποταμού Νέμουνα, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι η απέναντι ακτή ήταν ρωσικό έδαφος.
Όταν μάλιστα κάναμε τον κύκλο από την πόλη Κλαϊπέντα, πήραμε το φέρι για την Κουρωνιανή λωρίδα και φτάσαμε στη Νίντα – ένα προσφιλές στους Γερμανούς θέρετρο – προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε τα σύνορα με το Καλίνινγκραντ αλλά ο δρόμος ήταν κλειστός λόγω πανδημίας. Μας είπαν ότι οι ντόπιοι έχουν άδεια να περνούν τα σύνορα και από τις δύο πλευρές.
Οι Λιθουανοί πηγαίνουν συνήθως στο Καλίνινγκραντ για καύσιμα, αλκοόλ και τσιγάρα καθώς και τα τρία κοστίζουν το μισό στην εκεί πλευρά.
Συνολικά περάσαμε 25 ημέρες μεταξύ Λιθουανίας και Εσθονίας. Θα μέναμε περισσότερο; Ομολογώ ότι ήταν αρκετές. Τα τοπία επαναλαμβάνονται. Η ανθρώπινη επαφή εξάλλου είναι δύσκολη και αυτό είναι το αλατοπίπερο του ταξιδιώτη. Οι άνθρωποι του βορρά έχουν μία οργανωμένη, ποιοτική ζωή αλλά στα μάτια ενός μεσογειακού φαντάζει από βαρετή έως ακατανόητη.
Είδαμε ανθρώπους να βουτάνε στο ποτάμι του Τάρτου, στην Εσθονία, όταν εμείς φορούσαμε ήδη φλις και σκουφάκια. Είδαμε ομάδα μαθητών να μαθαίνει ψάρεμα με δασκάλους. Άλλα παιδιά να κάνουν μαθήματα καγιάκ. Γενικά είναι αθλητικοί τύποι οι περισσότεροι στη Βαλτική. Δίπλα σε κάθε παιδική χαρά υπάρχει και ένα υπαίθριο γυμναστήριο.
Οι συγκεκριμένες χώρες αποπνέουν όμως και μία ευρωπαϊκή φρεσκάδα. Είναι σύγχρονες σε όλα τους, από την ηλεκτρονική διακυβέρνηση μέχρι το οδικό δίκτυο και την ανακύκλωση. Έχουν αναπτυχθεί δραματικά τις τελευταίες δύο δεκαετίες – ουσιαστικά είναι πιο πλούσιες πλέον από την Ελλάδα – βασιζόμενες στις πολιτικές και τις επιδοτήσεις της Ε.Ε. Είναι χώρες που προτιμούν να βλέπουν μπροστά, στο μέλλον, παρά πίσω, στο παρελθόν τους.
Αυτό είναι ένα ωραίο μάθημα για εμάς που συχνά κρεμόμαστε από την ιστορία και τους προγόνους μας.