Το ταξίδι της επιστροφής

από | Απρ 28, 2020 | Άρθρα, Ασία, Τουρκία

2.200 χιλιόμετρα, από τα σύνορα Τουρκίας – Γεωργίας μέχρι τη Θεσσαλονίκη σε μία εβδομάδα ακριβώς. Αλλά με μοναδικά συναισθήματα λόγω των πρωτόγνωρων συνθηκών που βιώσαμε, όπως όλοι μας τον τελευταίο καιρό.

Σημείο μηδέν: ο τίτλος του άρθρου στο προηγούμενο τεύχος αναφερόταν στο βεβιασμένο τερματισμό του οδοιπορικού μας προς την κεντρική Ασία: μικρό το κακό, θα πείτε, σε μια περίοδο που όλοι αισθανόμαστε ότι ήρθε το τέλος του κόσμου – τουλάχιστον του κόσμου όπως τον γνωρίζαμε μέχρι τώρα.

Η συνάρτηση της προσωπικής μας στραβής με την παγκόσμια αυτή κρίση, λειτούργησε αγχολυτικά για εμάς με αποτέλεσμα να την αντιμετωπίσουμε θετικά: περιπέτεια είναι κι αυτή. Ας την απολαύσουμε όσο είμαστε ζωντανοί.

Το πισωγύρισμα

Ξημερώματα της 17ης Μαρτίου ξύπνησα από κάτι θορύβους έξω από το αυτοκίνητο. Κοιτώντας από το φινιστρίνι διέκρινα κάτι γηραλέους που έστηναν μία σκηνή σχεδόν από πάνω μας, μέσα στο αφράτο χιόνι. Όλη νύχτα χιόνιζε κι εμείς είχαμε παρκάρει στο χώρο της λαϊκής, στο κέντρο Ποσόφ, ενός μεθοριακού χωριού 15’ από τα σύνορα με τη Γεωργία. Όχι μόνο δεν μας έδιωξαν οι άνθρωποι από εκεί παρότι είμασταν εμπόδιο στη δουλειά τους αλλά μας πρόσφεραν και τσάι όταν βγήκαμε το πρωί από το Iveco.

Τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης μόλις είχαν ξεκινήσει στην Τουρκία και ο κόσμος ήταν ελάχιστος στη λαϊκή αγορά. Τη μέρα εκείνη, θυμάμαι, δεν είχαμε αποφασίσει τι ακριβώς θα κάναμε, γι’ αυτό και μεταδίδαμε αντικρουόμενες ειδήσεις σε γονείς και φίλους: «θα ξεκινήσουμε να κινούμαστε προς δυσμάς αλλά δεν ξέρουμε αν θα μπούμε στην Ελλάδα, καλά είμαστε κι εδώ».

Από το Ποσόφ πήγαμε στο Αρνταχάν, μία ακόμη πόλη με έντονο ελληνικό στοιχείο – παλιά, όχι τώρα – σε υψόμετρο 1920 μ. Κατάλευκο το τοπίο κι εκεί και να οι πρώτες ιατρικές μάσκες. Τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά αλλά ο κόσμος ελάχιστος.

Το βράδυ, η τουρκική Polis ήρθε κι έδωσε κλήση σε μια καφετερία που παρέμενε ανοιχτή παράνομα. Τα εστιατόρια ήταν ανοιχτά ακόμη αλλά στις επόμενες δύο ημέρες έκλεισαν κι αυτά ή πρόσφεραν φαγητό μόνο σε πακέτο.

Σε μια εβδομάδα, από εκεί που η Τουρκική κυβέρνηση παρουσίαζε μηδέν κρούσματα και νεκρούς, η χώρα άρχισε να μπαίνει σε καθεστώς καραντίνας. Το ταξίδι των 2.200 χιλιομέτρων μέχρι τη Θεσσαλονίκη – ένα πισωγύρισμα που ούτε να συλλογιστούμε δεν θέλαμε λίγες μέρες πριν – ξεκίνησε και διήρκεσε μία εβδομάδα: Ερζουρούμ, Ερζινκάν, Αμάσεια.

Από τα χιονισμένα υψίπεδα της Ανατολίας στην ομορφότερη πόλη του Πόντου που τη βρήκαμε ανησυχητικά άδεια και με κλειστά καταστήματα. Την προηγούμενη μέρα, στο Κογιουλχισάρ (αρχαία Νικόπολη), η Αστυνομία μας σταμάτησε, ζήτησε τα στοιχεία μας και ευγενικά μας συνόδευσε στην εθνική οδό: «πηγαίνετε στην επόμενη πόλη, δεν έχει χώρο εδώ να μείνετε». Οι ιταλικές πινακίδες άρχισαν να παίζουν το ρόλο τους – κάθε Ιταλός ήταν persona non grata στην Τουρκία.

Στο Μπόλου, 260 χλμ. πριν την Κωνσταντινούπολη βρεθήκαμε με ένα ζευγάρι Ιταλών με τους οποίους είχαμε κάνει παρέα στην Κωνσταντινούπολη. Αυτή τη φορά μας ζήτησαν να βρεθούμε και να περάσουμε παρέα στην Ελλάδα. Τρεις φορές η αστυνομία τους είχε επισκεφτεί μέσα στη νύχτα στην Καισάρεια και τους συνόδευσε σε νοσοκομείο για εξετάσεις – τη μία μάλιστα με ασθενοφόρο και με χρέωση 300 ευρώ.

Μέρα με τη μέρα καταλαβαίναμε κι εμείς πλέον ότι δεν υπήρχε λόγος να μένουμε σε ξένη χώρα. Όχι ότι μας ενόχλησε κανείς αλλά δεν ήταν ταξίδι αυτό. Σταματούσαμε μόνο σε βενζινάδικα και σε μίνι μάρκετ για τα βασικά τρόφιμα. Η Βούλα αναλάμβανε τα ψώνια φορώντας πλέον μάσκα FFP2 και γάντια μιας χρήσης. Κρατούσαμε αποστάσεις και αποφεύγαμε τις πόλεις. Στις εξόδους τους, η Αστυνομία είχε στήσει μπλόκα μέσα στους σταθμούς ζύγισης των φορτηγών. Σε κάποια μας σταμάτησαν, σε άλλα όχι.

Μέσα στον Απρίλιο βέβαια, η χώρα μπήκε στην καραντίνα και 31 πόλεις της κλειδώθηκαν. Αν αργούσαμε να βγούμε, θα έπρεπε να μείνουμε κι εμείς στο ίδιο σημείο για άγνωστο διάστημα.

Στην Κωνσταντινούπολη τολμήσαμε να μπούμε μέχρι το κέντρο επειδή είχαμε μάθει από φίλο εκεί ότι είχε ερημώσει. Σε μία ώρα τη γυρίσαμε όλη, φτάνοντας με το Iveco βαθιά μέσα στο Σουλταναχμέτ, δίπλα από την Αγιά Σοφιά. Δεν γίνεται αυτό σε κανονικές συνθήκες. Ήταν μία αγνώριστη πόλη η Πόλη στις 23/3.

Τώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, πρέπει να είναι πόλη – φάντασμα. Το τελευταίο μας βράδυ στην Τουρκία, παρακολουθώντας ζωντανά την ενημέρωση του Υπουργείου Υγείας, ακούσαμε τον κ. Χαρδαλιά να λέει ότι από την επόμενη θα έκλειναν όλα τα σύνορα με την Τουρκία και θα έμεναν ανοικτοί μόνο οι Κήποι, αποκλειστικά για Έλληνες υπηκόους.

Το επόμενο πρωί φροντίσαμε να καλέσουμε στους Κήπους για επιβεβαίωση: μας είπαν ότι οι Ιταλοί δεν μπορούσαν να περάσουν σύμφωνα με το νέο ΦΕΚ. Αποχαιρετήσαμε τους Ιταλούς, που θα επέστρεφαν στην Καππαδοκία, και αναχωρήσαμε για Ύψαλα. Ακόμη και το google maps είχε ενημερωθεί και δεν έβγαζε τη διαδρομή προς Θεσσαλονίκη.

Όλα τα σύνορα στην Ευρώπη ήταν πλέον κλειστά. Στον έρημο συνοριακό σταθμό, οι Τούρκοι μας εξυπηρέτησαν γρήγορα, έλεγξαν στο PC την πινακίδα του αυτοκινήτου για το αν είχαμε διαπράξει κάποια παράβαση, και οι μπάρες σηκώθηκαν.

Περάσαμε τη γέφυρα του Έβρου με κάποια ανακούφιση και φτάσαμε στην ελληνική πλευρά. Οι Αστυνομικοί μας ενημέρωσαν με ακρίβεια για το καθεστώς της καραντίνας 14 ημερών που έπρεπε να τηρήσουμε βάσει νόμου. Απέρριψαν την ιδέα μας να απομονωθούμε σε κάποιο ελληνικό βουνό, οπότε αναγκαστικά δηλώσαμε την κατοικία των γονιών μας. «Θα σας ελέγξουν και να δεν σας βρουν το πρόστιμο είναι πέντε χιλιάρικα». ΟΚ, μήνυμα ελήφθη. Στα σύνορα βρισκόταν και ένα ζευγάρι Ολλανδών με ένα βανάκι σε κατάσταση απελπισίας. Ναι μεν οι Τούρκοι τους άφησαν να βγουν (που κανονικά δεν έπρεπε) αλλά οι Έλληνες δεν είχαν δικαίωμα να τους αφήσουν να μπουν. Απάνθρωπο και εντελώς αντίθετο με το ιδεώδες των κοινών ευρωπαϊκών συνόρων αλλά αυτό δεν ήταν παρά μία ακόμη παράπλευρη απώλεια της πανδημίας. Θα θέλαμε να ξέρουμε αν και πότε μπήκαν στην Ε.Ε. οι δύο Ολλανδοί…

Όλοι σε καραντίνα

Μπορεί στην Τουρκία οι δρόμοι να είχαν ερημώσει, όχι όμως το ίδιο έγκαιρα με την Ελλάδα. Η οδήγηση στην Εγνατία Οδό, αν και ποτέ δεν έχει έντονη κίνηση ο συγκεκριμένος αυτοκινητόδρομος, έμοιαζε με σκηνή από ταινία καταστροφής. Για την εμπειρία περάσαμε μέσα από την Αλεξανδρούπολη που λες και είχε δεχτεί βιολογικό πόλεμο.

Το βράδυ μείναμε δίπλα στη Γαλάνη, στα στενά του Νέστου, έξω από την Ξάνθη. Μόνοι εντελώς. Ήταν η πρώτη μας νύχτα στην Ελλάδα και η τελευταία – για την ώρα, ελπίζουμε – νύχτα The World Offroad.

Την επόμενη, 25ηΜαρτίου ήταν, ζήτημα να συναντήσαμε 4-5 φορτηγά και άλλα τόσα αυτοκίνητα μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Όσο για την πόλη μας; Εκείνη τη μέρα την είδαμε όπως ποτέ άλλοτε: ούτε καν μετά το σεισμό του ’78 δεν ήταν τόσο άδεια.  

Όταν γράφονται αυτές οι γραμμές, έχουμε ζήσει κι εμείς την εμπειρία της καραντίνας μαζί με τους περισσότερους Έλληνες. Σε αντίθεση με πολλούς, όχι μόνο δεν μας κακοφάνηκε αλλά την αντιμετωπίσαμε ως πρωτόγνωρη εμπειρία – που είναι βέβαια.

Ο ιδιαίτερος τρόπος ζωής μας τα τελευταία δύο χρόνια – από την πρωτομαγιά του 2018 ζούμε μέσα στο Iveco – η ιδιοσυγκρασία και οι εμπειρίες μας ως οικογένεια, είναι εφόδια που μας βοηθούν σε αυτήν την κατάσταση.

Όχι μόνο να αντέξουμε τον εγκλεισμό αλλά να τον απολαμβάνουμε κιόλας . Οι λόγοι είναι απλοί: πρώτον έχουμε συνηθίσει να συμβιώνουμε οι τρεις μας 24 ώρες το 24ωρο. Δεύτερον, σε πολύ μικρό χώρο – μόλις 3,6 x 2 μέτρα. Τρίτον, είμαστε λιτοδίαιτοι και εκπαιδευμένοι στις ταλαιπωρίες.

Διαθέτουμε ελάχιστα εφόδια σε τροφή, νερό, ηλεκτρικό ρεύμα και σύνδεση ίντερνετ. Και ελάχιστα χρήματα. Η τηλε-εργασία μας εξασφαλίζει τα προς το ζην εδώ και καιρό, ενώ το παιδί είναι το πρώτο ίσως στην Ελλάδα που παρακολουθεί το σχολείο καθ’ οδόν, από το διαδίκτυο με τη μάνα του σε ρόλο δασκάλας.

Επιπλέον, είχαμε επιλέξει προ πολλού να αφήσουμε καριέρα, σπίτι και ζώνη άνεσης ώστε ζούμε λιτά αλλά συναρπαστικά, δηλαδή νομαδικά πάνω σε τέσσερις τροχούς. Όλο το οικοδόμημα της ζωής μας μοιάζει περισσότερο με αντίσκηνο παρά με έναν πύργο φτιαγμένο από τσιμέντο, χρήματα και πολυτελείς οικοσκευές, οπότε αισθανόμαστε ασφαλείς – και προπάντων ήρεμοι σε περιβάλλον πανδημίας, παρότι είμαστε το ίδιο ευάλωτοι στην παγκόσμια αυτή απειλή.

Αναρωτιέστε τι σκεφτόμαστε για το μέλλον μας όπως κι εσείς για το δικό σας; Τίποτε δεν θα είναι ίδιο με πριν. Ας παραμείνουμε υγιείς και ζωντανοί οι άνθρωποί μας κι εμείς και ο πλανήτης μας θα συνεχίζει να γυρίζει.

Όσο για το The World Offroad; Και η καραντίνα κομμάτι του είναι. Μπορεί στην πρώτη μάχη με τον Covid-19 να χάνει 1-0, αλλά το παιχνίδι συνεχίζεται. Με το που ανοίξουν τα πρώτα σύνορα – όποια κι αν είναι αυτά – θα ταξιδέψουμε και πάλι, ώστε να γνωρίσουμε το νέο αυτό κόσμο που μας ετοιμάζει η πανδημία. Προς τα πού αυτή τη φορά; Μείνετε συντονισμένοι!  

Το άρθρο δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 2020 στο τεύχος #24 του ελληνικού Quattroruote.

Info: www.theworldoffroad.com , @theworldoffroad

Share This