Hasta luego, Pacifico

από | Οκτ 5, 2022 | Άρθρα, Βόρεια Αμερική, Μεξικό

Καλή αντάμωση, δηλαδή, στον Ειρηνικό Ωκεανό. Και στην εξαιρετική μπίρα Pacifico που παράγεται περήφανα στο Μαζατλάν, την τελευταία παραθαλάσσια πόλη που αφήσαμε πίσω μας για να σκαρφαλώσουμε στη Σιέρα Μάντρε, την κεντρική οροσειρά του Μεξικού.

κείμενο & φωτογραφίες: Άκης Τεμπερίδης 

Το Μαζατλάν ομολογώ ότι το αισθανόμαστε ήδη σαν δική μας πόλη, καθώς μείναμε εκεί πάνω από δύο εβδομάδες, όσο διάστημα το Iveco ήταν κλεισμένο στο συνεργείο για επισκευή των φρένων. Αφού επιβιώσαμε έναν τυφώνα που μας πέτυχε στα βόρεια της πόλης την πρώτη νύχτα, μείναμε σε τρία διαφορετικά διαμερίσματα: ένα στο τουριστικό Σάμπαλο, ένα στο ιστορικό κέντρο με την πονεμένη κυρία Λούρδη και τον γιο της και ένα στην περιοχή του πανεπιστημίου.

Σεπτέμβριο προς Οκτώβριο έκανε ακόμη πολλή ζέστη, αλλά απολαύσαμε την πόλη με την εκπληκτική παραλιακή λεωφόρο, στην οποία ξεχύνονται άπαντες με το που κορεστούν τα χρώματα του δειλινού. Κοσμοπολίτικη πόλη με άφθονα θαλασσινά και μποέμηδες κατοίκους, κάτι σαν τη Θεσσαλονίκη δηλαδή με λίγη αύρα από Μαϊάμι, οπότε συμφωνήσαμε μεταξύ μας ότι άνετα θα ζούσαμε εκεί.

Όμως δε βλέπαμε και την ώρα να σκαρφαλώσουμε στη Σιέρα Μάντρε και να δροσιστούμε. Αυτό έγινε από τη μέρα που πήραμε τον ορεινό δρόμο 40 για το Ντουράνγκο και μείναμε σε ένα χωριουδάκι με το φιλόδοξο όνομα “Λα Σιουδάδ” (η πόλη) στα 2.600 μέτρα υψόμετρο. Έκτοτε αλλάξαμε εποχή και συχνά χρειάστηκε να ανάψουμε το Webasto για να ζεσταθούμε τη νύχτα. Από το Ντουράνγκο μέχρι την πρωτεύουσα, το ταξίδι μας έγινε περισσότερο πολιτιστικό και λιγότερο φυσιολατρικό, καθώς την παράσταση στο κεντρικό Μεξικό κλέβουν ιστορικές πόλεις που φτιάχτηκαν από τον 16ο αιώνα για να εξυπηρετήσουν τα ορυχεία αργύρου των Ισπανών αποικιοκρατών. Κάποιες από αυτές έγιναν σημαντικά κέντρα με τεράστιο πλούτο μετά την ανεξαρτητοποίηση του Μεξικού το 1821 και σήμερα αποτελούν την καρδιά της χώρας.

Από το Ζακατέκας, το ταξίδι μας άρχισε να έχει νοσταλγικό χαρακτήρα, καθώς εκεί συναντήσαμε τη διαδρομή που είχαμε κάνει με το Land Rover το 2009, περίπου ίδια εποχή μάλιστα. Καταλάβαμε ότι, με όσα ζούμε κάθε μέρα, οι παλιές εικόνες έχουν σβηστεί από τη μνήμη σε σημείο να μη θυμόμαστε παρά ελάχιστα πράγματα. Αυτό επιβεβαιώνει μία θεωρία, σύμφωνα με την οποία, οι φωτογραφίες συντηρούν τις αναμνήσεις μας, κι εμείς είχαμε την ατυχία να χάσουμε πάνω από 40.000 εικόνες από όλη την κεντρική Αμερική, λόγω ενός κρασαρισμένου εξωτερικού δίσκου. Περπατούσαμε λοιπόν σε πόλεις σαν το Ζακατέκας και το Γκουαναχουάτο και ήταν σαν πρώτη φορά…

Η πρώτη από τις δύο αυτές πόλεις μας φάνηκε κάπως κουρασμένη, αλλά ήταν πάντα όμορφη με μηδέν τουρισμό και φιλόξενη για εμάς, παρά την κακή φήμη που έχει αποκτήσει τελευταία, ως πεδίο διαμάχης των μεγάλων καρτέλ, της Σιναλόα και του Τζαλίσκο. Μέσα στη χρονιά, διαβάσαμε ότι βρέθηκαν δεκάδες πτώματα σε σακούλες σκουπιδιών, ένα μάλιστα από αυτά δύο μέρες αφότου αναχωρήσαμε. Στις πέντε μέρες που μείναμε στο Ζακατέκας – στο πάρκινγκ του λόφου με το τελεφερίκ και το μουσείο – δεν είχαμε κανένα πρόβλημα με την ασφάλειά μας, αν εξαιρέσουμε τις ένοπλες – σαν αστακούς – ομάδες της Guardia Nacional που μας ξύπνησαν δύο νύχτες. Μας καθησύχασαν, καθώς γνώριζαν ότι μέναμε εκεί.

Μόνο όταν φύγαμε από την πόλη, αντιληφθήκαμε ότι κάποιο βράδυ, κάπου στο ιστορικό κέντρο, μας είχαν αφαιρέσει την κεραία του δορυφορικού τηλεφώνου από την οροφή.

Το Γκουαναχουάτο, επίσης, το βρήκαμε ζωντανό όσο ποτέ, καθώς μετά από τα δύο χρόνια της πανδημίας, υποδέχτηκε χιλιάδες κόσμου για το περίφημο φεστιβάλ Cervantino. Παρότι πάσχουμε και οι τρεις από αγοραφοβία, ομολογώ ότι ήταν υπέροχη η πόλη με όλο αυτόν τον κόσμο, Μεξικανοί από την πρωτεύουσα και αλλού κατά 99%. Στη διαδρομή, επισκεφτήκαμε για πρώτη φορά το Σαν Λούις Ποτοσί και τη Λεόν, δύο μοντέρνες μεγαλουπόλεις με υψηλό βιοτικό επίπεδο, κυρίως χάρη στην ανεπτυγμένη αυτοκινητοβιομηχανία η πρώτη και την υποδηματοποιία η δεύτερη.

Πόλεις που έχουν αμερικανοποιηθεί εν μέρει αλλά δεν παύουν να διατηρούν το μεξικανικό ταμπεραμέντο τους. Αυτό που μας απογοήτευσε λόγω της τουριστικής του ανάπτυξης ήταν το χωριό Ρεάλ ντε Κατόρσε. Το θυμόμασταν ως το πιο αυθεντικό από όσα είχαμε επισκεφτεί το 2009 – όταν μάλιστα κατασκηνώσαμε στην κεντρική πλατεία. Αυτήν τη φορά ήταν γεμάτο τουριστικά μαγαζιά και κακόγουστες τέντες που σε αποθάρρυναν ακόμη και να σηκώσεις τη φωτογραφική μηχανή. Και οι κάτοικοι ήταν οι πιο αγέλαστοι Μεξικανοί που συναντήσαμε, ίσως επειδή ήταν κουρασμένοι από την καθολική γιορτή της 4ης Οκτωβρίου.

Μάθημα: ποτέ μην ορκίζεσαι για ένα μέρος που έχεις επισκεφτεί πριν από χρόνια. Όλα αλλάζουν, άλλοτε προς το καλύτερο, άλλοτε προς το χειρότερο._A.T.

Share This